Λουκιανού, "Θεών Διάλογοι", Διάλογος πανός και Ερμού :
παν. "Χαίρε, πατέρα μου Ερμή.
Ερμ. Χαίρε. Αλλά πως είμαι, πατέρας σου εγώ ;
παν. Δεν είσαι εσύ ο Κυλλήνιος Ερμής ;
Ερμ. Ναί. Πως, λοιπόν, είσαι υιός μου ;
παν. Είμαι νόθος, γεννηθείς εκ των ερώτων σου.
Ερμ. Μα τον Δία, κάποιος ίσως τράγος θα εμοίχευσεν αίγα. Διότι
πως δύνασαι, να είσαι δικός μου, αφού έχεις κέρατα και
τοιαύτην μύτην και γένεια πυκνά και πόδια διχαλωτά,
όπως του τράγου, και ουράν ;
παν. Όσον περισσότερον εμπαίζεις εμέ τον υιόν σου, πατέρα, και
με παριστάς γελοίον, τόσον περισσότερον γελοιοποιείς τον
εαυτόν σου, που κάνεις τοιαύτα τέκνα. Εγώ τι πταίω ;
Ερμ. Και ποία λέγεις, ότι ήτο η μητέρα σου ; Ή μήπως εγώ κατά
λάθος εμοίχευσα καμμίαν αίγα ;
παν. Όχι αίγα, αλλά να θυμηθής, άν ποτέ εβίασες εις την
Αρκαδίαν μίαν κόρην ελευθέραν. Τι δαγκάνεις τον
δάκτυλόν σου και αναζητείς εις τας αναμνήσεις σου και
δεν δύνασαι, να θυμηθής ; Εννοώ την Πηνελόπην του
Ικαρίου.
Ερμ. Και τι έπαθεν εκείνη και αντί να σε κάμη όμοιον προς εμέ,
σε έκαμε τραγοειδή ;
παν. Θα σου είπω, ό,τι μου εδιηγήθη εκείνη. Όταν με έστειλεν εις
την Αρκαδίαν, παιδί μου, μου είπε, μητέρρα σου είμαι εγώ,
η Πηνελόπη από την Σπάρτην, ο δε πατέρας σου μάθε, ότι
είναι θεός, ο Ερμής, ο υιός της Μαίας και του Διός. Να μη
λυπήσαι δε διότι έχεις κέρατα και σκέλη τράγου, διότι όταν
συνευρίσκετο με εμέ ο πατέρας σου, ήρχετο εις τράγον
μεταμορφωμένος, δια να κρύπτεται, και δια τούτο
εγεννήθης όμοιος με τράγον.
Ερμ. Μα τον Δία, ενθυμούμαι, ότι έκαμα κάτι τοιούτον. Εγώ,
λοιπόν, ο υπερηφανευόμενος δια το κάλλος μου, ο οποίος
είμαι ακόμη αγένειος, θα ονομάζωμαι πατέρας σου και θα
γελά ο κόσμος δια την ευτεκνίαν μου ;
παν. Και όμως δεν θα σ' εντροπιάσω, πατέρα. Διότι είμαι
μουσικός και σφυρίζω δυνατά. Και ο Διόνυσος χωρίς εμέ
δεν θα δύναται, να κάμη τίποτε και με έχει φίλον και
σύντροφον και αρχηγόν του χορού του. Αλλά και άν ίδης τα
ποίμνια, τα οποία έχω εις την Τεγέαν και το Παρθένειον,
πολύ θα ευχαριστηθής. Εξουσιάζω, δε, και την Αρκαδίαν
όλην. Αλλά και με τους Αθηναίους συνεμάχησα άλλοτε και
τόσον ανδραγάθησα, ώστε και ως βραβείον μου εδόθη το
υπό την Ακρόπολιν σπήλαιον. Εάν έλθης εις Αθήνας, θα
μάθης πόσην φήμην έχει εκεί το όνομα του πανός.
Ερμ. Δεν μου λέγεις, είσαι πανδρεμένος, ώ πάν ; Αυτό νομίζω,
είναι το όνομα σου.
παν. Όχι, πατέρα, διότι είμαι πολύ επιρρεπής εις τας
απολαύσεις του έρωτος και δεν μου αρέσει, να έχω μόνον
μίαν.
Ερμ. Με τας αίγας, λοιπόν, το κάνεις ;
παν. Σκώπτε με, όσον θέλεις, αλλ' εγώ έχω την Ηχώ και την
Πίτυν και όλας τας Μαινάδας του Διονύσου και είμαι
περιζήτητος δι' αυτάς.
Ερμ. Ξέρεις, παιδί μου, ποία είναι η πρώτη χάρις, που θα σου
ζητήσω ;
παν. Διάταξε, πατέρα, και βλέπομε.
Ερμ. Να με πλησιάζης και να μου φέρεσαι ως φίλος, αλλά
πατέρα, πρόσεξε, να μην με ονομάσης επί παρουσία
άλλων".
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Αθάνατος Λουκιανός! :-)
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιαχρονικός!
Αθάνατοι, ως Α-ληθείς, εισίν οι διάλογοι !
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Λουκιανός ωφελιμότατος εστί !
Εις τους Έλληνας !
Και ... βλαπτικώτατος εις τα σκουπίδια ...
Δι' ό και, εφ' όσον δεν ηδυνήθησαν, όπως εξαφανίσουν το εν λόγω σύγγραμμα, κατέστησαν τούτο ... αναξιόπιστον εις τους Έλληνας ...
Ίνα μη ποιήσουν χρήσιν των Γνώσεων και φθάσουν ενωρίτερον εις την Α-λήθειαν ...
Α-λήθειαν εκβάλουσα τούτους εκ της ιστορίας ...